BLOGGERS HELP

O

8 Δεκ 2013

ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΚΑΦΕΝΕΙΟΥ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ - ΜΕΡΟΣ 7ον


η βραδιά της πρώτης μέρας του Πάσχα 1947 είδε τη μεγαλύτερη ένοπλη «επιχείρηση». Σ' ενα γυμνό και σκοτεινό δωμάτιο του Αυχιανού όπου τρεμόσβυνε μιά κανδήλα —είχε εγκατασταθεί στα υπόγεια μιας ερειπωμένης και εγκαταλελειμμένης εβραϊκής πολυκατοικίας —επιστρατεύθηκαν δύο «ομάδες»
(Μαρκάκης, Κομνηνός, Γκαντίνας, Σαράφης, Στεφανίδης, Μουστάκης) και οπλίστηκαν με αυτόματα τουφέκια και πιστόλια. Ο Ακίνδυνος είχε το γενικό πρόσταγμα. Ο Αρχηγός και τρεις άλλοι φόρεσαν στρατιωτικές στολές και μαύρους σκούφους όπως οι άνδρες όρχου θωρακισμένων πού στάθμευε εκεί κοντά. Όποιος και αν τους συναντούσε θα τους έπαιρνε για μιά συνηθισμένη στρατιωτική περίπολο.

Είχαν και χαρακτηριστικό σύνθημα και παρασύνθημα: «Ήλιος και Φεγγάρι».

«Πήγαν να πατήσουν» το καφενείο του Μπόνου στην Άνω Τούμπα. Τι είχαν με τον φτωχό άνθρωπο για να ξεκινήσουν οπλισμένοι σαν αστακοί τόσοι «λαϊκοί αγωνιστές»; είναι μυστήριο. Ο Μπόνος δεν πείραξε ποτέ κανένα ούτε είχε πουθενά ζωηρή ανάμιξη. Κοίταζε αποκλειστικά την δουλειά και την οικογένεια του. Επικράτησε, φαίνεται, εις βάρος του η αρχή : «όστις δεν είναι μεθ' ημών είναι καθ' ημών». Οι ουδέτεροι σ' ένα τόσο ιερό αγώνα δεν έπρεπε να ζουν. Θέλησαν να τον ξεκάμουν και το 1944. Αλλά κατά λάθος σκότωσαν τον... Πέτρο Κομνηνό! Ο υιός του τώρα έπαιρνε μέρος στην επιχείρηση για να επανόρθωση ίσως το παλιό λάθος...

Σταμάτησαν για λίγα λεφτά σε μια ερημική ρεματιά να συνταχθούν και να στείλουν όπως όλοι οι στρατοί τους προπομπούς «ανιχνευτάς» των. Βάδισαν έπειτα αποφασιστικά κατά του «στόχου». Τον κύκλωσαν κανονικά απ' όλες τις μεριές, όπως γίνεται στις πολιορκίες και αφού βεβαιώθηκαν ότι κανένας δεν μπορούσε να ξεφύγη ούτε «πουλί να πετάξη» μπήκαν μέσα ο Ακίνδυνος και ο Μαρκάκης με τ' αυτόματα τους μαύρους σκούφους και τα στρατιωτικά ρούχα φωνάζοντας: Πάνω τα χέρια! Άδειασαν ευθύς τ' αυτόματα. Πυροβόλησαν και οι άλλοι απ' έξω απ τά παράθυρα. Το αποτέλεσμα ήταν να πληγωθεί ο Υπενωμοτάρχης Καλαποθαράκος και να σκοτωθεί ένας φτωχός εργάτης και οικογενειάρχης ο Γιαννουλάκης «αριστερών φρονημάτων» σύμφωνα με την έκθεση της αστυνομίας, οι μόνοι, την ώρα κείνη, πελάτες του καφενείου. Ώδυνεν όρος και έτεκε μυν!

"Ο Πρόεδρος του Στρατοδικείου ρώτησε με επιμονή τους Κομνηνό, Μαρκάκη και Σία για ποιο σκοπό έγινε η επιχείρησις και ποιο το κέρδος. Πήρε όμως μασημένες απαντήσεις.

Η τρομοκρατία ήταν ο σκοπός και μέσον. Ήθελαν να καταπλήξουν μ' ένα μεγάλο κτύπημα την Τούμπα και όλους τους συνοικισμούς αν μη και την πόλη της Θεσσαλονίκης, ώστε να μη βρίσκουν καθόλου αντίδραση και ανυπακοή. Ποιος πια θα τολμούσε να φέρη και την μικρότερη αντίρρηση στην καταχθόνια και τρομερή οργάνωση, όταν θα έβλεπε βουτηγμένο στο αίμα από πραγματικό ένοπλο απόσπασμα ένα κοτζάμ καφενείο ανήμερα το Πάσχα ύστερα μάλιστα από τόσα άλλα φοβερά εγκλήματα;!

Ο Ακίνδυνος πού συγκέντρωσε τα παλικάρια του στο υποβλητικό δωμάτιο του Αυχιανού και τους μίλησε κάτω από το τρεμάμενο φως κανδήλας, δεν μπορούσε να γυρίση άπρακτος χωρίς να το «ματώση» έστω και αν πολλοί Γιαννουλάκηδες πλήρωναν τα σπασμένα.

Ήθελε έπειτα να δέση γερά τα «εξ παιδιά» μαζί του μ' ένα μεγάλο κοινό έγκλημα.

Ιδού πώς τα λέγει ο Στεφανίδης στην απολογία του.

—Την ημέρα του Πάσχα, ήλθε ο «Γιώργος» και μας λέει πώς μας θέλει για μια δουλειά. Εμείς είπαμε πώς μας ήθελε για κανένα... τραπέζι και γλέντι. Στο μεταξύ συζητούσαμε για την... πολιτική κατάσταση Καθώς περπατούσαμε μας ρωτάει: Αυτό είναι το καφενείο του Μπόνου; Τον ρωτάω: Τι σ' ενδιαφέρει; Μου λέει: Το έχω ακουστά. Μας παίρνει έπειτα και πάμε στην πολυκατοικία 151. Εκεί ήταν ένα άδειο γυμνό δωμάτιο πού φωτιζόταν από μια κανδήλα. Εκεί βρήκαμε και τον Σωκράτη (Γκαντίνα). Καθόμαστε και ανάβομε ένα τσιγάρο. Μας λέει τότε: Σας θέλω απόψε για μια μεγάλη δουλειά ώστε και αν πιασθή κανείς δεν πρέπει να βγάλη μιλιά. 

Αλλ' αυτοί οι μεγάλοι και τρανοί πού πιάστηκαν πρώτοι τα είπαν οι προκομμένοι όλα! 

Τον ρώτησα τι θα κάνουμε ; Μας λέει: Εδώ που είσθε δεν μπορείτε να ξέρετε καμιά αντίρρηση. Και πραγματικά κατάλαβα ότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα... Βγάζει από ένα τσουβάλι μερικές παλιές στρατιωτικές στολές δίνει μια σε μένα, μια στον Μαρκάκη. Τον ρωτάω τι είναι αυτά;! Μου λέει: Φόρατα και μη μιλάς!. Μας φέρνει και ένα τσουβάλι γεμάτο αυτόματα. Μου δίνει εμένα το πρώτο, ένα λασπωμένο Στεν, δίνει στον Μαρκάκη το δεύτερο και από μια δεσμίδα. Πού θα πάμε; τον ρωτάμε. Μας λέει: Εμπρός τραβάμε για την Τούμπα. Μας βάζει να καθίσουμε σε μια τρύπα κοντά στον Όρχο. Εκεί μας περίμενε ο Σαράφης. Μας λέει και το σύνθημα «Ήλιος και Φεγγάρι». Έρχονται εκεί και άλλοι δυο με γκαμπαρντίνες. Μας λέει : Εμπρός για το καφενείο του Μπόνου. Εγώ του λέω: Δεν θέλω. Ο Μπόνος είναι γείτονας μου. Μου λέει : Προχώρα και μη μιλάς. Στέλνει τον Κομνηνό να ιδεί ποιος είναι μέσα. Εμείς περιμένουμε. Εγώ εν τω μεταξύ ρωτούσα τι θα κάνουμε. Μου λέει ο «Γιώργος» (Ακίνδυνος): Είναι δικός μου λογαριασμός. Είπα σ' ένα άλλο : Πάμε να φύγουμε. Πάμε στην Αστυνομία. Αλλά έτσι πως είμαστε με τις στολές και τα όπλα τι να κάμναμε; Σε λίγο έρχεται ο Κομνηνός: Γιώργο, Γιώργο, λέει του Αλβανού. Κανένας δεν είναι μέσα παρά κόσμος που γλεντάει. Ο «Γιώργος» μόλις τ' άκουσε άρχισε να βρίζη την Παναγία και πάει να ιδεί ο ίδιος. Γυρίζει πίσω, μας λέει: Εμπρός. Προχωρείτε. Και σπρώχνει τον Μαρκάκη. Του λέει να κατεβάση βαθιά το μαύρο σκούφο για να μη τον γνωρίσουν. Εγώ πήγα στην οδό Αγίας Μαρίνας και πιάνω το στενό. Εν τω μεταξύ ακούω : Αλτ, ριπές πιστολιές, φωνές. Σε λίγο έρχεται τρεχάτος ο Γιώργος. «Πάμε σε φάλαγγα κατ' άνδρα» στον Όρχο. Τραβάμε πάλι στην πολυκατοικία, ξεντυνόμαστε και λέμε του Γιώργου» πως εμείς κινδυνεύουμε πια και πρέπει να μη πάμε στα σπίτια μας. Μάς δίνει έναν άγνωστο και πάμε σ' ένα σπίτι στου «Χαριλάου». Εκεί μείναμε μιάμισυ μέρα. Ήλθε να μας ιδεί και ο «Γιώργος» Εμείς διαμαρτυρηθήκαμε που μας έβαλε να κάνουμε έγκλημα. Του λέμε: Εμείς είμαστε απλοί Επονίτες και φίλοι με τους Βενίτες. Μας είπε ότι, αυτό έπρεπε να γίνει γιατί σφάχτηκαν τόσοι δικοί μας που, πότε και ποιοι; και οι δολοφόνοι έπρεπε να ρίξουν τα φτερά για να γίνη η... «συμφιλίωση»!!!

Ο Στεφανίδης και οι σύντροφοι του προσπάθησαν ν' αποδείξουν στις απολογίες των ότι εκβιάσθηκαν απ' τον Ακίνδυνο να εκστρατεύσουν πάνοπλοι εναντίον του Καφενείου...

Ο Β. Επίτροπος ερώτησε τον Στεφανίδη :

— Στην ανάκριση είπες ότι σας πήρε ένας Παύλος και σας πήγε στο σπίτι μιας Γαλλίδος στου Χαριλάου. Ποιος είναι αυτός ο Παύλος ;

—Στεφανίδης: Εγώ δεν τον ξέρω. Μου ήταν άγνωστος. Ήξερα μόνο τον Μαρκάκη και τον Κομνηνό.

Βασ. Επίτροπος προς τον Μαρκάκη.

—Μαρκάκη ποιος σας πήρε; Ποιος είναι ο Παύλος ;

—Μαρκάκης: Δεν τον ξέρω. Ήταν άγνωστος μου.

Η Δάφνη Μπόνου, γυναίκα του Καφετζή είπε στην κατάθεση της: Ήθελαν να εξοντώσουν όλη την οικογένεια μας. Δεν ξέρω από ποια ελατήρια. Ο άνδρας μου δεν είχε προηγούμενα με κανένα. Με όλους τα έχει πολύ καλά.
=======================================================================