Το
ηρωικό έπος της Επανάστασης του 1821 για την απελευθέρωση της Ελλάδας
από τους Οθωμανούς Τούρκους είχε πρωταγωνιστές τους μεγάλους οπλαρχηγούς
που όλοι γνωρίζουμε (Κολοκοτρώνης,
Οδυσσέας Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης κ.α.). Είχαμε όμως και τους χιλιάδες «ανώνυμους» πολεμιστές που πήραν μέρος στις διάφορες μάχες και ανάμεσα σε αυτούς υπήρξαν και αρκετοί μουσουλμάνοι, που πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδας.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Πομάκος Μεχμέτ Λόφτζαλη από την πομακική περιοχή του Λόβετς (Λόφτσα) της Βουλγαρίας. Είναι γνωστό ότι, μετά την κατάκτηση της χερσονήσου του Αίμου (Βαλκανίων) από τους Οθωμανούς, υπήρξε βίαιη και αναγκαστική στρατολόγηση των Πομάκων στον Οθωμανικό στρατό. Μάλιστα, οι γέροι Πομάκοι στον 19ο αιώνα εξέφραζαν τη λύπη τους γιατί οι νεότερες γενιές έχαναν την ιστορική τους μνήμη στους στρατώνες της Κωνσταντινούπολης όπου και δέχονταν την ιδεολογική κατήχηση (προπαγάνδα) της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Συχνά μικρά τμήματα του στρατού αποτελούνταν μόνο από Πομάκους πολεμιστές.
Έτσι, λοιπόν, την εποχή της επανάστασης του 1821 φαίνεται πως οι Οθωμανοί είχαν στις τάξεις του στρατού τους, Πομάκους που τους κατέβασαν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Όμως, όπως μαθαίνουμε από τα αρχεία της κυβέρνησης του Καποδίστρια, υπήρξαν αρκετοί Πομάκοι που έφυγαν από τον Οθωμανικό στρατό και πέρασαν στις τάξεις του ελληνικού στρατού, μη αντέχοντας την καταπίεση των Τούρκων αξιωματικών. Έτσι, πολέμησαν μαζί με τους Έλληνες για την ελευθερία.
Ο Μεχμέτ Λόφτζαλη ήταν ένας από αυτούς. Ο ίδιος διηγείται πως ήταν στρατιώτης του Οθωμανικού στρατού στην Αθήνα, μαζί με άλλους Πομάκους. Εκεί, δεν άντεξε τις σκληρόκαρδες διαταγές των αξιωματικών του, την καταπίεση και τις ταλαιπωρίες και πήγε με το μέρος των Ελλήνων βρίσκοντας την ελευθερία του, όπου και κατατάχθηκε κάτω από τις διαταγές του χιλίαρχου Βάσσου ως ιπποκόμος του. Μετά την αποστράτευση του Βάσσου, ο Μεχμέτ Λόφτζαλη βρέθηκε χωρίς αρχηγό και έτσι έγραψε γράμμα στην διοίκηση παρακαλώντας να γίνει δεκτός ως στρατιώτης στον τακτικό στρατό ή να ενταχθεί στις ένοπλες επαναστατικές ομάδες των κλεφτών για να του δοθεί η ευκαιρία να πολεμήσει για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τον Βούλγαρο ιστορικό Νικολάϊ Τοντόρωφ υπήρξαν και άλλοι Πομάκοι που πολέμησαν με τους Έλληνες επαναστάτες εναντίον των Τούρκων και των οποίων τα ονόματα υπάρχουν στα κρατικά ελληνικά αρχεία.
Να επισημάνουμε, επίσης, ότι και άλλοι μουσουλμάνοι (πχ Αλβανοί) πολέμησαν μαζί με τους Έλληνες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα του 1821 είναι ο Γκίκα Μουσταφά, που συμμετείχε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο σε διάφορες μάχες, οι Σουμάν(ης) και Τζαφέρ(ης) στην πολιορκία της Τριπολιτσάς κ.α.
Ανάλογα παραδείγματα Πομάκων (και άλλων μουσουλμάνων, Αλβανών, Τσερκέζων κτλ) βρίσκουμε και στο Μακεδονικό Αγώνα, τη Μικρασιατική Εκστρατεία κ.α. Ως Πομάκοι θα έπρεπε να ζητήσουμε την ανέγερση μνημείου για τους Πομάκους που πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδας, είτε πρόκειται για το 1821, το Μακεδονικό Αγώνα, τους Βαλκανικούς και Παγκόσμιους πολέμους, την Μικρασιατική εκστρατεία κτλ. Είναι καιρός η πατρίδα μας να αναγνωρίσει το χρέος της στους Πομάκους ήρωες. Θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν προς την κατεύθυνση αυτή!
Ζαγάλισα
Οδυσσέας Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης κ.α.). Είχαμε όμως και τους χιλιάδες «ανώνυμους» πολεμιστές που πήραν μέρος στις διάφορες μάχες και ανάμεσα σε αυτούς υπήρξαν και αρκετοί μουσουλμάνοι, που πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδας.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Πομάκος Μεχμέτ Λόφτζαλη από την πομακική περιοχή του Λόβετς (Λόφτσα) της Βουλγαρίας. Είναι γνωστό ότι, μετά την κατάκτηση της χερσονήσου του Αίμου (Βαλκανίων) από τους Οθωμανούς, υπήρξε βίαιη και αναγκαστική στρατολόγηση των Πομάκων στον Οθωμανικό στρατό. Μάλιστα, οι γέροι Πομάκοι στον 19ο αιώνα εξέφραζαν τη λύπη τους γιατί οι νεότερες γενιές έχαναν την ιστορική τους μνήμη στους στρατώνες της Κωνσταντινούπολης όπου και δέχονταν την ιδεολογική κατήχηση (προπαγάνδα) της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Συχνά μικρά τμήματα του στρατού αποτελούνταν μόνο από Πομάκους πολεμιστές.
Έτσι, λοιπόν, την εποχή της επανάστασης του 1821 φαίνεται πως οι Οθωμανοί είχαν στις τάξεις του στρατού τους, Πομάκους που τους κατέβασαν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Όμως, όπως μαθαίνουμε από τα αρχεία της κυβέρνησης του Καποδίστρια, υπήρξαν αρκετοί Πομάκοι που έφυγαν από τον Οθωμανικό στρατό και πέρασαν στις τάξεις του ελληνικού στρατού, μη αντέχοντας την καταπίεση των Τούρκων αξιωματικών. Έτσι, πολέμησαν μαζί με τους Έλληνες για την ελευθερία.
Ο Μεχμέτ Λόφτζαλη ήταν ένας από αυτούς. Ο ίδιος διηγείται πως ήταν στρατιώτης του Οθωμανικού στρατού στην Αθήνα, μαζί με άλλους Πομάκους. Εκεί, δεν άντεξε τις σκληρόκαρδες διαταγές των αξιωματικών του, την καταπίεση και τις ταλαιπωρίες και πήγε με το μέρος των Ελλήνων βρίσκοντας την ελευθερία του, όπου και κατατάχθηκε κάτω από τις διαταγές του χιλίαρχου Βάσσου ως ιπποκόμος του. Μετά την αποστράτευση του Βάσσου, ο Μεχμέτ Λόφτζαλη βρέθηκε χωρίς αρχηγό και έτσι έγραψε γράμμα στην διοίκηση παρακαλώντας να γίνει δεκτός ως στρατιώτης στον τακτικό στρατό ή να ενταχθεί στις ένοπλες επαναστατικές ομάδες των κλεφτών για να του δοθεί η ευκαιρία να πολεμήσει για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τον Βούλγαρο ιστορικό Νικολάϊ Τοντόρωφ υπήρξαν και άλλοι Πομάκοι που πολέμησαν με τους Έλληνες επαναστάτες εναντίον των Τούρκων και των οποίων τα ονόματα υπάρχουν στα κρατικά ελληνικά αρχεία.
Να επισημάνουμε, επίσης, ότι και άλλοι μουσουλμάνοι (πχ Αλβανοί) πολέμησαν μαζί με τους Έλληνες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα του 1821 είναι ο Γκίκα Μουσταφά, που συμμετείχε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο σε διάφορες μάχες, οι Σουμάν(ης) και Τζαφέρ(ης) στην πολιορκία της Τριπολιτσάς κ.α.
Ανάλογα παραδείγματα Πομάκων (και άλλων μουσουλμάνων, Αλβανών, Τσερκέζων κτλ) βρίσκουμε και στο Μακεδονικό Αγώνα, τη Μικρασιατική Εκστρατεία κ.α. Ως Πομάκοι θα έπρεπε να ζητήσουμε την ανέγερση μνημείου για τους Πομάκους που πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδας, είτε πρόκειται για το 1821, το Μακεδονικό Αγώνα, τους Βαλκανικούς και Παγκόσμιους πολέμους, την Μικρασιατική εκστρατεία κτλ. Είναι καιρός η πατρίδα μας να αναγνωρίσει το χρέος της στους Πομάκους ήρωες. Θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν προς την κατεύθυνση αυτή!
Ζαγάλισα